Παγκόσμιος θρήνος καθώς ο Ντιέγκο Μαραντόνα, ο θρύλος του ποδοσφαίρου,«έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 60 ετών, λίγες ημέρες αφότου βγήκε από το νοσοκομείο μετά την εγχείρηση που υποβλήθηκε στον εγκέφαλο.

Όπως μετέδωσε η εφημερίδα Clarin ο κορυφαίος κατά πολλούς ποδοσφαιριστής όλων των εποχών υπέστη καρδιακή ανακοπή. Το πρωί της Τετάρτης (25/11) ο «Ντιεγκίτο» ένιωσε έντονες ενοχλήσεις στο στήθος του ενώ βρισκόταν στο σπίτι του στη συνοικία του Σαν Αντρέ, στην πόλη της Τίγκρε. Αρκετά ασθενοφόρα έσπευσαν αμέσως στην οικεία του, του παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες, αλλά παρά τις προσπάθειες που έγιναν δεν κατέστη δυνατό να κρατηθεί στη ζωή.

Στην τραγική είδηση του θανάτου του Ντιέγκο Μαραντόνα το Twitter πήρε κυριολεκτικά… φωτιά. Ομάδες από όλο τον πλανήτη, όχι μόνο του ποδοσφαίρου, του μπάσκετ και άλλων αθλημάτων, ομοσπονδίες από όλο τον κόσμο έσπευσαν να αποχαιρετίσουν με το δικό τους μήνυμα τον «θεό της μπάλας».

Ο Ντιέγκο Μαραντόνα κυριάρχησε στο παγκόσμιο ποδοσφαιρικό στερέωμα επί 15 χρόνια. Το διάσημο αγγλικό περιοδικό «Four Four Two» πριν από μερικούς μήνες και συγκεκριμένα στην 34η επέτειο του αξέχαστου αγώνα εναντίον της Αγγλίας (22/6/1986), δημιούργησε ένα timeline με τις κορυφαίες στιγμές του στο διάστημα που άπαντες τον αναγνώριζαν ως τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή του πλανήτη. Από το 1979 όταν έδωσε τα διαπιστευτήριά του στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων, έως το 1994 όταν εμφανίστηκε για τελευταία φορά σε κορυφαίο επίπεδο. Στιγμές που έχουν καταγραφεί στην κάμερα και θα διατηρούν για πάντα ζωντανό τον μύθο του.

Γεννημένος στις 30 Οκτωβρίου 1960 στο Μπουένος Άιρες, όχι μόνο άφησε το στίγμα του στην ιστορία του ποδοσφαίρου αλλά συναγωνίστηκε με τον Πελέ για τον τίτλο του κορυφαίου όλων των εποχών στον βασιλιά των σπορ.

Ήταν ο άνθρωπος που οδήγησε την Εθνική Αργεντινής στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1986 στο Μεξικό, ενώ συνέδεσε το όνομά του με τη χρυσή εποχή της Νάπολι, που έκανε… επανάσταση στην Ιταλία απέναντι στους «πλούσιους» του Βορρά, κατακτώντας δύο Πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο και το UEFA. Πέρασε από την Μπόκα και την Αρχεντίνος Τζούνιορς, την Μπαρτσελόνα, τη Νάπολι και τη Σεβίλλη.

Μετά από τιμωρία 15 μηνών και παρά το συγκρατημένο ενδιαφέρον μεγάλων συλλόγων, έπαιξε για ένα χρόνο στη Σεβίλλη. Η επαρχιακή ομάδα που δεν έχει κατακτήσει τίποτα για 45 χρόνια και έχει τερματίσει 12η την προηγούμενη αγωνιστική περίοδο, μετατρέπεται σε «παράσταση», όπου κι αν ταξιδεύει. Η διοίκηση κανονίζει ταξίδια – αστραπή για φιλικά σε Μπουένος Άιρες και Κωνσταντινούπολη, όπου γίνεται το αδιαχώρητο στο αεροδρόμιο κατά την άφιξη της αποστολής. Τα εισιτήρια διαρκείας από τα 26.000 έφτασαν τα 40.000 μετά από την απόκτηση του 31χρονου. 


Ο Μαραντόνα κάνει ντεμπούτο στο πρωτάθλημα στην 5η αγωνιστική, στην εκτός έδρας συνάντηση με την Αθλέτικ Μπιλμπάο (4 Οκτωβρίου 1992). Υπό εκκωφαντικές αποδοκιμασίες – λόγω των επεισοδίων στα οποία είχε πρωταγωνιστήσει σε τελικό κυπέλλου της Μπιλμπάο με τη Μπαρτσελόνα το 1984 και της «βεντέτας» του με τον Άντονι Γκοϊκοετσέα – δίνει την ασίστ για το γκολ της ομάδας του στην ήττα με 2-1. Στο ντεμπούτο του στο «Σαντσέθ Πιθχουάν» το 1-0 διαμορφώνεται με δικό του εύστοχο πέναλτι, αλλά η στιγμή που το κοινό παραληρεί είναι όταν βρίσκει ένα κουβαριασμένο αλουμινόχαρτο κατά τύχη στο σημείο του κόρνερ και το σηκώνει για να κάνει μπαλιδάκια.




Προϊόντος του χρόνου ο 32χρονος σούπερ σταρ χάνει 10 κιλά, βρίσκει τα πατήματά του και ανά στιγμές στο τερέν θυμίζει τον παλιό καλό Ντιέγκο, ενώ το κάνει σε όλο το 90λεπτο στο εντός έδρας ματς με τη Ρεάλ. Με το κίνητρο του πρώην μπλαουγκράνα να ξυπνάει μέσα του οδηγεί τους Σεβιγιάνους σε μεγάλη νίκη με 2-0. Με 5 γκολ και 7 ασίστ στη Λα Λίγκα, ο Μαραντόνα είναι ο ηγέτης μιας ομάδας που διεκδικεί έξοδο στην Ευρώπη, σε ένα από τα κορυφαία πρωταθλήματα του κόσμου. Η εξαιρετική του παρουσία επιβραβεύεται με τον 6ο τίτλο καλύτερου ποδοσφαιριστή της Νότιας Αμερικής.

«Ήταν ο συνδυασμός του αθλητισμού του Μάικλ Τζόρνταν, της δύναμης του Μπέιμπ Ρουθ και της ανθρώπινης φρικαλεότητας του Μάικ Τάισον. Σε μια χώρα που επιβίωσε πολλές κοινωνικές απογοητεύσεις και αρκετές στρατιωτικές δικτατορίας, ο Ντιέγκο έγινε σύμβολο ελπίδας και είδωλο σε εκατομμύρια». Houston Chronicle για τον Μαραντόνα.


Οι «αλκυονίδες ημέρες» όμως δεν κρατάνε πολύ. Από τα μέσα της χρονιάς κι έπειτα επιστρέφει στις κακές συνήθειες, υποκύπτοντας στις σειρήνες της νύχτας. Αρχίζει να ξενυχτάει και να αργεί στις προπονήσεις, αναγκάζοντας τον προπονητή Μπιλάρδο να μεταφέρει κάποιες εξ’ αυτών τα απογεύματα για να τις προλαβαίνει από την αρχή. Στον τοπικό Τύπο κάνουν την εμφάνιση τους τα πρώτα σκάνδαλα, που αφορούν νυχτερινούς καυγάδες, κλήσεις από την αστυνομία για υπερβολική ταχύτητα. Τελικά η Σεβίλλη κατατάσσεται στην 7η θέση του πρωταθλήματος, είχε σημαντικό οικονομικό όφελος αλλά το διαζύγιο ανάμεσα στις δύο πλευρές ήταν αναπόφευκτο.




Αργότερα στη χρονιά επέστρεψε στην πατρίδα του και αγωνίστηκε αρχικά για 5 μόνο παιχνίδια με τη Νιούελς Ολντ Μπόις. Μετά από την αναμενόμενη υποδοχή ήρωα έκανε το ντεμπούτο του σε φιλικό απέναντι στην Έμελεκ του του Ισημερινού, στις 7 Οκτωβρίου 1993, σημειώνοντας το νικητήριο γκολ. Το επίσημο ντεμπούτο ήταν τρεις μέρες αργότερα με την Ιντεπεντιέντε, στην ήττα με 3-1. Η Νιούελς έλυσε τη συνεργασία μαζί του γιατί δεν προσέρχονταν στις προπονήσεις. Όταν πολιορκείται από δημοσιογράφους στο σπίτι του, πυροβολεί με αεροβόλο, τραυματίζοντας τέσσερις. Τιμωρήθηκε με δυετή φυλάκιση με αναστολή και χρηματική αποζημίωση των τραυματισθέντων δημοσιογράφων.

Στη συνέχεια το 1995 μετά το τέλος και της δεύτερης τιμωρίας του αγωνίστηκε για δύο χρόνια με την Μπόκα Τζούνιορς. Στις 7 Οκτωβρίου 1995, ο Μαραντόνα πρωταγωνίστησε σε ένα από τα πιο συναισθηματικά κεφάλαια της εξαιρετικής καριέρας του, όταν συνειδητοποίησε μια παλιά επιθυμία και επέστρεψε στην αγαπημένη του Μπόκα, σε έναν αγώνα ενάντια στον Κόλον ντε Σάντα Φε, έπαιξε στο Λα Μπομπονέρα για την έναρξη του πρωταθλήματος του ίδιου έτους. Το γήπεδο με 50.000 θεατές ήταν στα πόδια του σε μία συνάντηση που έληξε με νίκη της Μπόκα με 1-0. Οι εκκλήσεις των οπαδών του συλλόγου για να επιστρέψει γινόταν τραγούδι κάθε φορά που ο Ντιέγκο επισκέπτονταν το γήπεδο, με τον ύμνο: «Έλα στην Μπόκα, γεννάω αυγά, όλοι φωνάζουν, για να επιστρέψει ο Ντιέγκο». 




Η χρονιά ήταν καλή με την ομάδα να χάνει στο τέλος το πρωτάθλημα από τη Βέλες Σάρσφιλντ. Η συνολική απόδοσή του ήταν κατώτερη των δυνατοτήτων του με χαρακτηριστική την απώλεια 5 συνεχόμενων πέναλτι. Ομολόγησε για πρώτη φορά τον εθισμό του στην κοκαΐνη τον Ιανουάριο του 1996 στο περιοδικό Gente. Οι δηλώσεις που επηρέασαν τον εγχώριο και διεθνή τύπο. Έγιναν στο πλαίσιο της εκστρατείας του «Ήλιου χωρίς ναρκωτικά», την οποία η κυβέρνηση της χώρας ξεκίνησε εκείνο το καλοκαίρι με το Μαραντόνα ως την κύρια μορφή. 

Τελείωσε την ποδοσφαιρική του σταδιοδρομία το 1997 σε ηλικία 37 ετών: σε έναν αγώνα με την Κόλο-Κόλο υπέστη τραυματισμό που θα τον κρατούσε αδρανή για αρκετές ημέρες. Επανήλθε για να παίξει στις 25 Οκτωβρίου 1997, στον αγώνα της Μπόκα με την αιώνια αντίπαλο Ρίβερ Πλέιτ αλλά αντικαταστάθηκε στο ημίχρονο.

 Ο αγώνας έληξε με νίκη της Μπόκα με 2-1 και αυτό θα ήταν και το τελευταίο επίσημο παιχνίδι του, καθώς ανακοίνωσε την αποχώρησή του από επαγγελματικό ποδόσφαιρο την ίδια ημέρα των 37ων γενεθλίων του, στις 30 Οκτωβρίου, έχοντας σημειώσει 360 τέρματα σε 704 επίσημους αγώνες (στοιχεία με βάση την RSSSF), ενώ συμπεριλαμβανομένων και των φιλικών 552 τέρματα. Συχνά αντιμετωπίστηκε σκληρά από τους αμυντικούς της εποχής του αλλά το καλά δομημένο κορμί του άντεξε σε μια περίοδο που η στοιχειώδης προστασία των μεγάλων αστέρων ήταν άγνωστη.

Το γκολ με την Γιουβέντους

Το ματς Νάπολι εναντίον Γιουβέντους στις 3 Νοεμβρίου του 1985 είναι πάντα ένα ξεχωριστό ντέρμπι και ο Ντιέγκο καθώς έβαλε ένα από τα φανταστικά γκολ του






Το «χέρι του Θεού»

Ένα από τα γκολ που σίγουρα κανένας δεν θα ξεχάσει είναι εκείνο στο ματς με την Εθνική Αγγλίας στο Μουντιάλ του 86 όταν ο Θεός «έβαλε το χέρι του».

 Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα με μια γρήγορη κίνηση έστελνε την μπάλα στα δίχτυα και άνοιγε το σκορ για την Αργεντινή, απέναντι στην ομάδα της Αγγλίας.




«Ήταν λίγο το κεφάλι του Μαραντόνα και λίγο το χέρι του Θεού» έλεγε ο Αργεντίνος ποδοσφαιριστής μετά το τέλος του αγώνα, για το γκολ που άνοιξε το σκορ υπέρ της εθνικής ομάδας της Αργεντινής.

Μιλώντας χρόνια αργότερα για το περίφημο γκολ, ο Ντιέγκο Μαραντόνα δήλωνε πως αυτό που τότε αποκάλεσε το «χέρι του Θεού» ήταν στην πραγματικότητα το «χέρι του Ντιέγκο».

«Περίμενα τους συμπαίκτες μου να με αγκαλιάσουν και κανείς δεν ερχόταν… τους είπε “ελάτε αγκαλιάστε με, ειδάλλως ο διαιτητής δεν θα το επιτρέψει» θυμόταν ο ποδοσφαιριστής για τα δευτερόλεπτα που ακολούθησαν το γκολ.