Ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας, Ηλίας Μόσιαλος σε πρόσφατη συνέντευξή του αναφέρθηκε σε όλα όσα ξέρει μέχρι στιγμή η επιστημονική κοινότητα για τα υπό έρευνα εμβόλια του κορωνοϊού.

Συγκεκριμένα ο κ. Μόσιαλος μιλώντας στο «ΒΗΜΑ» ανέφερε ότι «Είναι πιθανό να έχουμε εμβόλιο στους επόμενους μήνες, αλλά πολλά θα εξαρτηθούν από την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητά του, τη διάρκεια της ανοσίας που προκαλεί και το ποσοστό του πληθυσμού που θα εμβολιαστεί».

Στη συνέχεια συμπληρώνει ότι «Υπάρχουν 9 εμβόλια στη Φάση ΙΙΙ των κλινικών δοκιμών ενώ ακολουθούν 14 σε Φάση ΙΙ και 24 σε Φάση Ι. Είναι πιθανό να έχουμε εμβόλιο στους επόμενους μήνες, αλλά πολλά θα εξαρτηθούν από την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητά του, τη διάρκεια της ανοσίας που προκαλεί και το ποσοστό του πληθυσμού που θα εμβολιαστεί. Η αποτελεσματικότητα δεν αναμένεται να είναι μεγαλύτερη του 70%. Τι σημαίνει αυτό; Ισως δεν θα μπορέσουμε να πετύχουμε την κάμψη της πανδημίας μόνο με εμβολιασμούς μέχρι να βρεθεί αποτελεσματικό εμβόλιο και θα πρέπει να τηρούμε κάποια από τα προληπτικά μέτρα μέχρι να συμβεί αυτό».


Παράλληλα ο καθηγητής σημείωσε ότι «Να είμαστε σαφείς όταν χρησιμοποιούμε τη λέξη “αποτελεσματικότητα”. Οπως είπα, τα εμβόλια μπορεί να μην είναι απολύτως αποτελεσματικά για όλες τις ηλικίες. Επίσης μπορεί να παρέχουν ανοσία μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα, δηλαδή για 12 ή 18 μήνες. Ομως τα πρώτα εμβόλια μπορεί να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι σε χώρες με μερικούς από τους υψηλότερους παγκόσμιους αριθμούς κρουσμάτων, όπως οι ΗΠΑ, μπορεί να υπάρχει χαμηλή πρόσληψη οποιουδήποτε εμβολίου COVID-19, ανεξάρτητα από το πόσο αποτελεσματικό είναι».


Την ίδια στιγμή ο κ. Μόσιαλος προσθέτει ότι «από δημοσιευμένη μελέτη αντισωμάτων στην Ισλανδία γνωρίζουμε πως περίπου το 91% των ασθενών που είχαν αναρρώσει είχαν αναπτύξει αντισώματα. Tα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δείχνουν δηλαδή ότι οι ασθενείς είχαν αντισώματα κατά του SARS-CoV-2 τουλάχιστον τέσσερις μήνες μετά τη διάγνωση. Οσο περνάει ο καιρός έχουμε περισσότερα δεδομένα από δημοσιευμένες μελέτες που σχετίζονται με την ανοσία στον κορωνοϊό. H επιστημονική κοινότητα κλίνει προς το ότι ακόμα και αν ένας πρώην ασθενής δεν έχει ανιχνεύσιμα αντισώματα, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δεν έχει προστατευτική ανοσία. Είναι πιθανό να έχει κύτταρα ανοσοποιητικής μνήμης. Φαίνεται, όπως γνωρίζαμε και για τον SARS-CoV-1, πως τα Τ-κύτταρα ενεργοποιούνται και θα θυμούνται την αρχική προσβολή από τον SARS-CoV-2. Πρόσφατα δημοσιεύτηκαν νέα αποτελέσματα που καταδεικνύουν πως υπάρχει ευρεία και ισχυρή μνήμη και βοηθητικών και κατασταλτικών T-κυττάρων σε άτομα που αναρρώνουν μετά από COVID-19. Το εύρος και το μέγεθος της κυτταρικής ανοσοαπόκρισης ήταν σημαντικά υψηλότερα σε σοβαρές σε σύγκριση με ήπιες περιπτώσεις ασθένειας. Αυτού του τύπου οι μελέτες είναι ιδιαίτερα χρήσιμες και σημεία αναφοράς και για τη σύγκριση των αποτελεσμάτων της ανάλυσης των κλινικών δοκιμών των εμβολίων. Ολες αυτές οι πληροφορίες θα είναι σημαντικές για τους σχεδιαστές και ερευνητές των εμβολίων για να αποφασίσουν, για παράδειγμα, εάν θα χρειαστούν στο μέλλον αναμνηστικές δόσεις εμβολίου».

Πηγή: paraskhnio.gr